Ηράκλειο: 14oC

«Ο μπαμπάς μού είπε ότι η μαμά είχε φύγει γιατί δεν μας αγαπούσε πια – Πολλά χρόνια αργότερα κατάλαβα ότι με είχε απαγάγει»

05.12.2025, 19:33

Έπαψε να είναι ένα χαρούμενο, ανέμελο κορίτσι, καθώς βρέθηκε στη μέση του «πολέμου»

Οι περισσότεροι άνθρωποι κουβαλούν ορισμένες δυνατές εικόνες από την παιδική τους ηλικία, στιγμές που δεν ξεθωριάζουν όσος χρόνος κι αν περάσει. Για τη γυναίκα που αφηγείται την ιστορία της, η στιγμή αυτή ήταν ένα απόγευμα όταν ήταν εννέα ετών, η ημέρα που, όπως λέει, έπαψε να είναι ένα χαρούμενο, ανέμελο κορίτσι και βρέθηκε στη μέση του «πολέμου» που ήταν ο γάμος των γονιών της.

Δεν χρησιμοποιεί τη λέξη «πόλεμος» ελαφρά τη καρδία, αφού για εκείνη επρόκειτο για μια σύγκρουση τόσο βίαιη, αδίστακτη και αιματηρή όσο κάθε πραγματική μάχη, βουτηγμένη σε ψέματα και προπαγάνδα. Δεν είναι λοιπόν παράξενο ότι, σχεδόν 50 χρόνια αργότερα, εξακολουθεί να φέρει τα σημάδια εκείνης της εποχής και έχει διαγνωστεί με πολύπλοκη μετατραυματική διαταραχή (CPTSD). Στον πόλεμο αυτό δεν υπήρξαν νικητές, μόνο χαμένοι. Κι όμως, τέσσερις δεκαετίες μετά, καταφέρνει, όπως λέει, να σταθεί στα πόδια της, να περιποιηθεί τις πληγές της και να βρει γαλήνη.

Την καθοριστική εκείνη ημέρα του 1983, η ίδια και ο μικρότερος αδελφός της, ο Φράνκι, επέστρεψαν από το σχολείο με την νταντά τους. Μόλις μπήκαν στο σπίτι, αντίκρισαν τον πατέρα τους, τον Τζέιμς, να σέρνει τη μητέρα τους, την Άννα, ουρλιάζοντας, τραβώντας την από τα μαλλιά, με το αίμα να τρέχει από το πρόσωπό της. Την ίδια στιγμή, η γιαγιά τους, η Λίλιαν, η μητέρα του πατέρα τους, παρακολουθούσε σιωπηλή. Η μικρή ξέσπασε σε κλάματα και ο πατέρας ούρλιαξε στην νταντά, τη Μαρί: «Βγάλ’ τους έξω τώρα!». Η Μαρί έβαλε τα παιδιά στο αυτοκίνητο και έφυγε, παρά τις εκκλήσεις της μικρής να επιστρέψουν, καθώς νόμιζε ότι ο πατέρας της σκότωνε τη μητέρα της. Η νταντά αρνήθηκε να γυρίσει πίσω και δεν κάλεσε την αστυνομία, κάτι που ακόμα και σήμερα δεν μπορεί να εξηγήσει η γυναίκα που αφηγείται την ιστορία.

Όταν τελικά επέστρεψαν σπίτι ώρες αργότερα, το σπίτι ήταν ήσυχο. Η μικρή έτρεξε στον πατέρα της και τον ρώτησε κλαίγοντας πού ήταν η μητέρα της. Η απάντηση ήταν ψυχρή και σκληρή: «Δεν ζει πια εδώ. Δεν σε αγαπάει πια». Ήταν η ημέρα που, όπως λέει, τελείωσε η παιδική της ηλικία. Μέχρι τότε πίστευε πως ζούσαν ευτυχισμένα. Η μητέρα της είχε γνωρίσει τον πατέρα της όταν εργαζόταν ως σερβιτόρα στα εστιατόρια Wimpy που εκείνος διέθετε. Παρά τη διαφορά ηλικίας των 15 ετών, ο Τζέιμς ήταν γοητευτικός, αυτοδημιούργητος και εύπορος. Μαζί απέκτησαν την αφηγήτρια της ιστορίας και αργότερα τον Φράνκι, ενώ ο πατέρας πρόσφερε στα παιδιά του μια άνετη ζωή σε μια μεγάλη μονοκατοικία με πισίνα στο Ανατολικό Σάσεξ. Όταν η αφηγήτρια ήταν 6 ετών, μετακόμισαν στις ΗΠΑ, όπου ο πατέρας άνοιγε νέα εστιατόρια. Το νέο τους σπίτι στη Φλόριντα ήταν τεράστιο, με πισίνα και ένα ροζ, «πριγκιπικό» υπνοδωμάτιο για εκείνη. Διέπρεπε στο ιδιωτικό της σχολείο και απολάμβανε πάρτι και βόλτες με το ταχύπλοο του πατέρα της, χωρίς να έχει αντιληφθεί τίποτα από όσα θα ακολουθούσαν.

Όλα άλλαξαν

Μετά το περιστατικό, όμως, η ζωή όλων άλλαξε δραματικά, όπως αναφέρει η Daily Mail. Η μητέρα της εξαφανίστηκε χωρίς να ξέρει κανείς αν ήταν καλά. Ο πατέρας έγινε ακραία σκληρός και έστειλε τον έφηβο Τζάστιν, τον ετεροθαλή αδελφό της, πίσω στο Ηνωμένο Βασίλειο για να ζήσει με τον βιολογικό του πατέρα, χωρίς καν να αποχαιρετήσει τα αδέλφια του. Το σπίτι από γεμάτο γέλια έγινε παγωμένο. Τα παιδιά απαγορευόταν να δουν τη μητέρα τους και ο πατέρας τους επαναλάμβανε ότι εκείνη είχε φύγει με άλλον άνδρα και δεν τα ήθελε πια – ψέματα που τελικά δηλητηρίασαν τη σκέψη της μικρής, η οποία όμως δεν είχε επιλογή παρά να τον πιστέψει.

Η μητέρα της, ωστόσο, είχε κινήσει διαδικασίες επιμέλειας και απαίτησε να δει τα παιδιά της. Έτσι, έναν μήνα αργότερα, τα δύο παιδιά μεταφέρθηκαν ξαφνικά στο μικρό και βρόμικο διαμέρισμα της Άννας, όπου διαπίστωσαν ότι ζούσε μόνη, χωρίς κανέναν «άλλον άνδρα». Στην πρώτη επίσκεψη, η μικρή αγκάλιασε τη μητέρα της, που έκλαιγε στο δύσοσμο καναπέ, λέγοντας πόσο την αγαπούσε. Όμως, το μυαλό του παιδιού ήταν μπερδεμένο: αλήθεια την αγαπούσε; Ποιον έπρεπε να πιστέψει; Λίγο μετά, ο πατέρας τους τους μετέφερε σε μικρότερο σπίτι, χάρισε το αγαπημένο σκυλί της αφηγήτριας, απέλυσε την νταντά και έφερε τη Λίλιαν να ζήσει μαζί τους, για να συνεχίσει με ζήλο την κακή εικόνα για τη μητέρα.

Το 1984, ο πατέρας ανακοίνωσε ότι θα πάνε διακοπές και ότι μετά θα ξαναδούν τη μητέρα τους. Η μικρή ενθουσιάστηκε, ρωτώντας αν πηγαίνουν στην Ντίσνεϊλαντ. Όμως όταν έφτασαν, αντί για προορισμό-έκπληξη, βγήκαν από το αεροδρόμιο και μπήκαν σε μαύρο ταξί. Ήταν στο Λονδίνο. «Αυτό είναι τώρα το σπίτι μας», είπε ο πατέρας τους αποφεύγοντας να την κοιτάξει. «Δεν θα ξαναδείς τη μητέρα σου». Είχαν απαχθεί από τον ίδιο τους τον πατέρα.

Τα επόμενα χρόνια άλλαζαν συνεχώς σπίτια και σχολεία. Ο πατέρας δούλευε ασταμάτητα, ενώ η Λίλιαν ήταν η μοναδική που τα φρόντιζε. Κάποια βράδια η μικρή άκουγε τον πατέρα της να κλαίει στο σκοτάδι. Το 1986, όταν εκείνη ήταν 11 ετών, χτύπησαν την πόρτα αστυνομικοί. Πίσω τους στεκόταν μια αποστεωμένη γυναίκα: ήταν η μητέρα της, η οποία ερχόταν να πάρει τα παιδιά της. Ο Φράνκι έτρεξε στην αγκαλιά της, ενώ η αφηγήτρια ξέσπασε σε κλάματα και κλειδώθηκε στο μπάνιο, φωνάζοντας ότι δεν θα πάει μαζί της. Πίστευε ακόμη ότι η μητέρα της δεν την αγαπούσε. Η υπόθεση κατέληξε στο δικαστήριο, όπου η επιμέλεια δόθηκε στη μητέρα. Η μικρή, όμως, είχε ήδη μετατραπεί σε «πιόνι», όπως λέει, μέσα σε έναν ιστό εξαπάτησης και μίσους.

Η μετακόμιση στο Σόμερσετ ήταν ακόμα ένα σοκ, καθώς της είπαν πως πήγαινε για ένα απλό Σαββατοκύριακο, αλλά τελικά θα έμενε για πάντα. Ο πατέρας της έκλαιγε στο τηλέφωνο, λέγοντάς της πως δεν μπορούσε να ζήσει μαζί του. Το τραύμα αυτό, όπως περιγράφει, είναι κάτι που κανένας γονιός δεν πρέπει να επιβάλλει στο παιδί του, όσο πικρός κι αν είναι ο χωρισμός.

Παρότι η μητέρα της εργαζόταν σκληρά σε τρεις δουλειές για να τους στηρίξει, αφού ο πατέρας αρνούνταν να πληρώσει διατροφή, το κορίτσι ήταν γεμάτο θυμό και δυσπιστία. Στο γυμνάσιο, έγινε στόχος άγριου bullying, ενώ στο σπίτι δεν ένιωθε καμία ασφάλεια. Στα 17 της έφυγε από το σχολείο, βρήκε δουλειά στο λιανεμπόριο και μετακόμισε σε ένα μικρό δωμάτιο μόνη της. Ακόμα και η σχέση της με τα αδέλφια της είχε διαλυθεί.

Το 1991, όταν ήταν 17, η μητέρα της της τηλεφώνησε. Ο πατέρας της είχε καρκίνο τετάρτου σταδίου και έπρεπε να πάνε άμεσα στο νοσοκομείο στο Μπράιτον. Όταν τον αντίκρισαν, φαινόταν σαν να κοιμάται. Όλα τα συναισθήματα, ο φόβος, η αγάπη, η σύγχυση επέστρεψαν. Κρατούσε το χέρι του μέχρι που η αναπνοή του σταμάτησε. «Είχε φύγει», λέει. Ξέσπασε σε υστερία, αρνούμενη να επιτρέψει στο προσωπικό να μεταφέρει το σώμα, νομίζοντας πως θα είναι μόνος στο σκοτάδι. Πάνω από όλα, όμως, ο θάνατός του σήμαινε ότι τα ερωτήματα που ήθελε να του κάνει θα έμεναν για πάντα αναπάντητα.

Οι ανοιχτές πληγές

Στα επόμενα χρόνια μετακόμισε στο Λονδίνο και εργάστηκε σε επενδυτικές τράπεζες, υιοθετώντας ένα τρόπο ζωής που, όπως λέει, της έδινε στιγμές διαφυγής. Εμπλεκόταν σε προβληματικές σχέσεις, καθώς δεν είχε μάθει ποτέ τι σημαίνει υγιής δεσμός. Στα 30 της παντρεύτηκε έναν αξιαγάπητο στρατιωτικό και έκαναν έναν όμορφο γάμο στον Μαυρίκιο, αλλά μέσα της ήξερε ότι δεν θα κρατούσε. Ο γάμος κατέληξε σε διαζύγιο, καθώς οι πληγές της ήταν ακόμη ανοιχτές.

Το 2022, στα 48 της, έφτασε στο ναδίρ. Ζήτησε βοήθεια, διαγνώστηκε με CPTSD και ξεκίνησε θεραπεία. Άρχισε να φροντίζει τον εαυτό της: μακρινούς περιπάτους στην παραλία, κολύμπι σε κρύο νερό, σχεδόν καθόλου αλκοόλ. Άρχισε να επουλώνεται. Εκπαιδεύτηκε ως «blue health coach», μαθαίνοντας σε άλλους την επιστήμη της θεραπευτικής δύναμης της θάλασσας και των «γαλάζιων χώρων». Με τη μητέρα της, που είναι πλέον 74 ετών, προσπάθησαν επιτέλους να ξαναχτίσουν τη σχέση τους. Η Άννα της απάντησε σε πολλά από τα ερωτήματα που τη βασάνιζαν: της είπε ότι την αναζητούσε πάντα, ότι την αγαπούσε πάντα και ότι ο πατέρας της είχε δράσει από εκδικητικότητα, όταν εκείνη είπε πως ήθελε να τον αφήσει μετά από χρόνια κακοποιητικής συμπεριφοράς. Η αφηγήτρια λέει ότι την πιστεύει πλήρως.

Σήμερα δηλώνει ότι επικεντρώνεται στο μέλλον και στο να βοηθήσει άλλους να ξεπεράσουν τα τραύματά τους, δείχνοντάς τους ότι ακόμα και μετά από τις πιο σκοτεινές περιόδους, υπάρχει τρόπος να προχωρήσει κανείς. Ζει στο παρόν, αρνούμενη να αφήσει το παρελθόν να καθορίσει το μέλλον της. «Δεν μπορώ να αλλάξω όσα μου συνέβησαν ως παιδί», λέει, «αλλά μπορώ να επιλέξω πώς θα προχωρήσω». Κλείνει λέγοντας: «Είμαι επιζήσασα και, επιτέλους, έχω βρει την ειρήνη».

newsbeast.gr

πριν από 1 λεπτό
Κόσμος

«Ο μπαμπάς μού είπε ότι η μαμά είχε φύγει γιατί δεν μας αγαπούσε πια – Πολλά χρόνια αργότερα κατάλαβα ότι με είχε απαγάγει»

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 18 λεπτά
Ηράκλειο

Ηράκλειο: Φωτιά σε σπίτι στα Καλέσα – Στο σημείο η Πυροσβεστική

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 32 λεπτά
Style

Ο Γιώργος Ξυλούρης στο Cretaone: Μια πορεία ζωής με οδηγό τη μουσική και την πίστη στον Θεό

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 38 λεπτά
Ηράκλειο

Επιστολή Αρναουτάκη στον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης: «Αναγκαίος ο άμεσος εξορθολογισμός των πόρων στην Κρήτη»

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 48 λεπτά
Ελλάδα

Αλκοόλ είχε καταναλώσει η 48χρονη που έπεσε με το αυτοκίνητό της σε ποτάμι και σκοτώθηκε η μητέρα της

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 1 ώρα
Ελλάδα

Νέο σοβαρό τροχαίο ατύχημα – Αυτοκίνητο έπεσε σε αρδευτικό κανάλι

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 1 ώρα
Style

Αυτά είναι τα 3 ζευγάρια ζωδίων που κάνουν τους χειρότερους καβγάδες!

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 1 ώρα
Ηράκλειο

Ηράκλειο: Αντιδήμαρχος Υπηρεσίας για το Σαββατοκύριακο 6 με 7 Δεκεμβρίου 2025

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 1 ώρα
Ηράκλειο

Απαντήσεις με λάθη και ανύπαρκτο ΦΕΚ για το δέντρο στο Σχολείο Ευρωπαϊκής Παιδείας

Διαβάστε περισσότερα
πριν από 1 ώρα
Ελλάδα

Μαγνησία: Έτριβε το μόριό του στο πόδι ανήλικης που φιλοξενούσε στο σπίτι του

Διαβάστε περισσότερα

CretaOne TV

Δείτε όλα τα βίντεο του CretaOne TV εδώ

Παρακολουθήστε τώρα →