Του Αργύρη Κατσαμάνη – Η διαλεύκανση της τραγωδίας των Τεμπών αποτελεί κρίσιμη δοκιμασία για τη Δικαιοσύνη, καθώς καλείται να αποδώσει ευθύνες και να προσφέρει δικαίωση στις οικογένειες των θυμάτων. Η δίκαιη τιμωρία των υπευθύνων οσο ψηλά και αν βρίσκονται είναι απαραίτητη για την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στους θεσμούς και την ενίσχυση του κράτους δικαίου.
Ωστόσο, η διαδικασία αυτή πρέπει να είναι θεσμικά κατοχυρωμένη, ψύχραιμη και δίκαιη, αποφεύγοντας υπερβολές και πολιτικές εκμεταλλεύσεις. Δεν είναι μόνο τωρινό φαινόμενο Ιστορικά θα έλεγα σύνηθες Η κοινή γνώμη συχνά διαμορφώνεται από συναισθηματικές αντιδράσεις και προκαταλήψεις, η πίεση του πλήθους μπορεί να παρακάμψει θεσμοθετημένους νόμους και διαδικασίες γεγονός που μπορεί να επηρεάσει την αντικειμενικότητα της δικαστικής διαδικασίας.
Αυτό είναι και το μήνυμα του διακεκριμένου καθηγητή, ακαδημαϊκού και ένας από τους πλέον έγκριτους συνταγματολόγους, Αντώνη Μανιτάκη, ιστορικό στέλεχος της ανανεωτικής αριστεράς, που διαφοροποιείται από τον θόρυβο που έχει σηκωθεί γύρω από την υπόθεση των Τεμπών και επισημαίνει κάτι θεμελιώδες: η αναζήτηση της αλήθειας πρέπει να είναι θεσμικά κατοχυρωμένη, ψύχραιμη και δίκαιη. Δεν μπορεί να βασίζεται σε υπερβολές, ούτε να γίνεται εργαλείο στα χέρια εκείνων που επιδιώκουν να διαμορφώσουν εντυπώσεις.
Σήμερα αυτό που διαπιστώνουμε είναι ότι η Δικαιοσύνη έχει γίνει ο εύκολος στόχος. Μέρα με τη μέρα, μετατρέπεται σε πεδίο λαϊκής οργής, αντικείμενο πολιτικής εκμετάλλευσης, εργαλείο επικοινωνιακής διαχείρισης. Δεν έχει σημασία αν μια υπόθεση έχει καν εξεταστεί από τους αρμόδιους θεσμούς – το διαδίκτυο έχει ήδη αποφανθεί. Άνθρωποι καταδικάζονται στη συνείδηση του κόσμου πριν καν απολογηθούν, η κοινή γνώμη διαμορφώνεται όχι με βάση στοιχεία, αλλά μέσα από θυμικές αντιδράσεις, συνθήματα και εξαγριωμένες αναρτήσεις.
Και αυτό είναι το λιγότερο. Γιατί πλέον η ίδια η λειτουργία της Δικαιοσύνης αμφισβητείται συνολικά. Όλο και πιο συχνά ακούγονται φωνές που μιλούν για ανακριτές που αποκρύπτουν στοιχεία, για «στημένες» δίκες, για ένα θέατρο όπου η απόδοση ευθυνών είναι προσχηματική. Οι κατηγορίες εκτοξεύονται χωρίς αποδείξεις, χωρίς επιχειρήματα – απλώς ως βεβαιότητες που διαχέονται ανεξέλεγκτα. Και όσο πιο ακραία είναι μια καταγγελία, τόσο πιο εύκολα βρίσκει αποδοχή.
Καμία κυβέρνηση δεν μπορεί να αλλάξει συνθέσεις δικαστηρίων που είναι σε εξέλιξη σε μια συγκεκριμένη υπόθεση κατά το δοκούν και αλίμονο αν μπορούσε.
Οι δικαστές που θα συγκροτήσουν μια σύνθεση δικαστηρίου επιλέγονται με κλήρωση από τον κατάλογο των υπηρετούντων δικαστών, βάσει του Κανονισμού του Δικαστηρίου και η διαδικασία γίνεται με τρόπο που διασφαλίζει τη διαφάνεια και την αποφυγή πολιτικών ή άλλων παρεμβάσεων.
Ούτε καταγγέλθηκε βέβαια ότι αλλάχθηκαν αυθαιρέτως απευθείας οι δικαστές ή εισαγγελείς προκειμένου να καθυστερήσουν ή να περιορίσουν τις έρευνες.
Αλλά αν κοιτάξει κανείς πίσω, η πραγματικότητα λέει μια διαφορετική ιστορία. Οι μεγάλες δίκες της σύγχρονης Ελλάδας δεν κουκουλώθηκαν. Οι πρωταίτιοι της Χούντας οδηγήθηκαν σε ισόβια. Η 17 Νοέμβρη εξαρθρώθηκε και καταδικάστηκε. Η Χρυσή Αυγή χαρακτηρίστηκε εγκληματική οργάνωση και τα ηγετικά της στελέχη φυλακίστηκαν. Στην υπόθεση Κοσκωτά, υπήρξαν διώξεις, καταδίκες, ποινές. Αν η Δικαιοσύνη ήταν ένα απλό εργαλείο συμφερόντων, θα είχαν γίνει όλα αυτά;
Φωτ. ΑΠΕ
Κι όμως, την ίδια στιγμή, εκεί που η κοινωνία θα έπρεπε επίσης να απαιτεί δικαιοσύνη, υπάρχει σιωπή. Στο Μάτι, 104 άνθρωποι χάθηκαν. Οι ευθύνες της κρατικής μηχανής είναι καταγεγραμμένες, αδιαμφισβήτητες, τεκμηριωμένες. Και όμως, καμία «λαϊκή κατακραυγή» δεν απαιτεί απονομή δικαιοσύνης. Κανείς δεν φωνάζει, κανείς δεν κινητοποιείται, κανένα «διαδικτυακό λαϊκό δικαστήριο» δεν πιέζει. Γιατί; Γιατί η αγανάκτηση, τελικά, δεν καθορίζεται από το πραγματικό βάρος μιας υπόθεσης, αλλά από το αν αυτή εξυπηρετεί τις πολιτικές ατζέντες και τα αφηγήματα της συγκυρίας.
Αυτή η επιλεκτική ευαισθησία είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος. Η Δικαιοσύνη δεν μπορεί να είναι άλλοτε εχθρός και άλλοτε αδιάφορη, ανάλογα με το τι βολεύει. Όταν η κοινωνία μαθαίνει να λειτουργεί έτσι, δεν απαιτεί δικαιοσύνη. Απαιτεί εκδίκηση. Και αυτό είναι ο θάνατος του κράτους δικαίου.
Αλλά η Δικαιοσύνη δεν είναι μια αφηρημένη έννοια. Είναι άνθρωποι. Άνθρωποι που δίνουν καθημερινά αγώνα, μέσα στις αίθουσες των δικαστηρίων, για να εφαρμόσουν τον νόμο απέναντι σε πιέσεις, απειλές, κινδύνους. Και κάποιοι το πλήρωσαν με τη ζωή τους.
Ο Εισαγγελέας Ανδρουλιδάκης, ο Εισαγγελέας Θεοφανοπουλος δολοφονήθηκαν στο καθήκον. Ο Εισαγγελέας Βενάρδος τραυματίστηκε βαριά, αλλά δεν λύγισε. Αυτοί οι άνθρωποι δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να εφαρμόσουν τον νόμο. Και όμως, πλήρωσαν το τίμημα. Μαζί τους, δεκάδες δικαστικοί λειτουργοί απειλούνται, στοχοποιούνται, ασκούν το λειτούργημά τους με κίνδυνο.
Όταν, λοιπόν, κάποιοι μιλούν για «ανύπαρκτη Δικαιοσύνη», τι ακριβώς εννοούν; Ότι αυτοί οι άνθρωποι δεν τίμησαν το καθήκον τους; Ότι στις μεγάλες δίκες του παρελθόντος δεν αποδόθηκε δικαιοσύνη Ότι οι απειλές, οι πιέσεις, οι κίνδυνοι που αντιμετωπίζουν καθημερινά δεν σημαίνουν τίποτα; Ότι όλα είναι «στημένο παιχνίδι»; Είναι προσβολή. Είναι ύβρις.
Και μέσα σε όλο αυτό, η σιωπή των δικηγορικών συλλόγων είναι εκκωφαντική. Οι ίδιοι που σε κάθε έναρξη δικαστικού έτους μιλούν για τη «μεγάλη συμβολή» τους στην απονομή της Δικαιοσύνης, σήμερα είναι άφαντοι. Οι ίδιοι που διακηρύσσουν την ανάγκη προάσπισης των θεσμών, σιωπούν όταν η Δικαιοσύνη στοχοποιείται, λοιδορείται, καταρρακώνεται.
Και αυτό όταν οι κατηγορίες που εκτοξεύονται σήμερα δεν έχουν προηγούμενο. Και όταν η Δικαιοσύνη δέχεται μια τόσο ευθεία, οργανωμένη επίθεση, η σιωπή δεν είναι ανεξαρτησία. Είναι εγκατάλειψη. Είναι συνενοχή σε ένα αφήγημα που διαλύει την εμπιστοσύνη στους θεσμούς, που υπονομεύει το έργο χιλιάδων δικαστών και εισαγγελέων.
Όμως η υπεράσπιση της Δικαιοσύνης δεν αφορά μόνο τους δικαστές. Είναι ευθύνη όλων όσοι υπηρετούν το σύστημα απονομής του δικαίου. Και η σιωπή τους δεν είναι απλώς αδράνεια. Είναι συνενοχή στη δημιουργία ενός κλίματος δυσπιστίας που απειλεί την ίδια τη θεσμική σταθερότητα.
Αν σήμερα δεν υπάρξει αντίδραση, αύριο θα είναι πολύ αργά. Η αποδόμηση της Δικαιοσύνης δεν θα πλήξει μόνο τους δικαστές ή τους δικηγόρους. Θα πλήξει την ίδια την κοινωνία. Και τότε, η εναλλακτική δεν θα είναι μια καλύτερη Δικαιοσύνη. Θα είναι η ανομία, η αυθαιρεσία, η οχλοκρατία.
Και τότε, κανείς δεν θα μπορεί να μιλήσει για κράτος δικαίου. Γιατί απλά δεν θα υπάρχει
Τι θα υπάρχει ; κοινωνική αναταραχή, οικονομική αστάθεια , αβεβαιότητα και τελικά, ένα χάος όπου τα ατομικά δικαιώματα και οι ελευθερίες θα καταπατώνται διευρύνοντας την κοινωνική αδικία και ανισότητες.
Ο κ. Κατσαμάνης, Πρωτοδίκης ΕΕ, Μέλος Εφετειακής Ανατολικής Κρήτης
Ακολουθήστε μας στο Google News για να ενημερώνεστε για τα τελευταία νέα
Δημοφιλή
Ηράκλειο: Σε αυξημένη επιφυλακή την Κυριακή 13 Ιουλίου το Λιμεναρχείο Ηρακλείου
Βόλος: Συνελήφθη ο κυβερνήτης του πολυτελούς γιοτ του Κριστιάνο Ρονάλντο
Χανιά: Συγκέντρωση διαμαρτυρίας κατά των μεταναστών στην πλατεία Σούδας
Κρήτη: Δείτε το βίντεο με την viral μαντινάδα που γράφτηκε για τον ΟΠΕΚΕΠΕ - «Όλη την επιδότηση την έχω φαγωμένη»
Έρχεται ο πιο παρατεταμένος καύσωνας - Προειδοποίηση για την Ελλάδα
Ποιο πρόσωπο «παίρνει» την θέση του Γιώργου Παπαδάκη στο «Καλημέρα Ελλάδα»
ΟΠΕΚΕΠΕ: Έρχονται νέες διώξεις κατά βουλευτών και υπουργών για το σκάνδαλο των μαϊμού επιδοτήσεων
Τα 2 ζώδια που θα ζήσουν το πιο όμορφο καλοκαίρι
Θρήνος και οδυρμός στην κηδεία της 2χρονης Αλεξάνδρας